Wednesday, September 14, 2011

Incognito

Σε μια στιγμή στυγνής μοναξιάς την έψαξε ηλεκτρονικά. Εβαλε το όνομά της στο ιντερνετικό θηρίο και πάτησε το κουμπί. Ανακάθησε κατόπιν στην πολυθρόνα του γραφείου του και ρούφηξε τον καφέ του περιμένοντας. Για χρόνια δεν ήθελε να ξέρει τίποτα. Αλλά μόλις ρώτησε, όλα ήρθαν αμέσως στην οθόνη του. Πληροφορίες απο την άβυσσο. Ηταν σαν νάχε παραγγείλει εναν ρουφιάνο.

Ηταν στο Βερολίνο. Σε ενα αρχιτεκτονικό γραφείο. Είδε τα σχεδιά της, τα δημιουργήματά της, τα όνειρά της. Τηλέφωνο και email. Και τώρα; Θυμήθηκε πως η περιέργια σκότωνε τις γάτες. Αλλά η περιέργια ήταν μεγάλη. Εκανε εκείνο που είχε τελικά σχεδιάσει στο μυαλό του.

Η απάντηση ήταν σχεδόν ακαριαία. Υπεραντλαντικά λοιπόν; Μα πώς χαίρομαι που είσαι καλά, τί έκπληξη και τούτη. Εγώ είμαι καλά, έχω και κάτι μετοχές σε ενα αρχιτεκτονικό γραφείο, μια καλή δουλειά και ενα όμορφο διαμέρισμα με ωραία φωτιστικά. Φωτίζω εμένα και τη μοναξιά μου. Την εβδομάδα που έρχεσαι Βερολίνο μπορούμε να βρεθούμε. Θάναι για μένα μια αλλαγή, μια ανανέωση. Πές μου που μένεις να κανονίσω.

Και όταν η γάτα κάνει τη ζημιά, μετά φεύγει συνήθως φοβισμένη και ένοχη. Για λίγο όμως. Για να χώσει την περίεργη μύτη της αλλού, να ψάξει, να εξερευνήσει, να δοκιμάσει. Περίεργο ζώο η γάτα. Χαμηλοβλεπούσα, περίεργη και ζημιάρα. Ρισκάρει το τομάρι και τη ζωή της για ενα πάθος. Ανασκουμπώθηκε και απάντησε στο email. Εμενε στο ξενοδοχείο τάδε.

Παραβίαζε όλες του τις αρχές. Αρχή πρώτη, μη κοιτάς ποτέ πίσω. Το παρελθόν είναι χρήσιμο μόνον στους ιστορικούς και τους λογοτέχνες. Μα κάτι στο μυαλό του έσβηνε ακαριαία τις σκέψεις του. Ηθελε να γυρίσει για λίγο πίσω. Να μάθει και να δεί. Τι θα γινόνταν ίσως αν έσπρωχνε λίγο τα πράγματα. Οπως η γάτα. Δοκιμές, ρίσκα και πειραματισμοί. Κατέβηκε αργά στο λόμπυ του ξενοδοχείου.

Και τώρα που η γάτα έχωνε τη μύτη της σε θανατηφόρα χημικά, πώς ακριβώς θα γλύτωνε; Προσπάθησε να αναπολήσει την καλύτερή της ανάμνηση. Αγαπούσε τα πολύχρωμα φουλάρια, μαλλιά μακριά μέχρι τη μέση, μπλουτζήν φθαρμένα με μπότες, περίεργα καπελίνα και μακριά πανωφόρια. Την είχε ακριβώς μπροστά του.

Ξέχασε ξαφνικά τη φράση που είχε προετοιμάσει. Ενοιωσε μονάχα μια ανείπωτη και απρόσμενη χαρά. Χάνοντας τη φωνή του, στάθηκε όρθιος και ανοιξε διάπλατα τα χέρια του. Εκείνη ανταποκρίθηκε με τον ίδιο τρόπο. Εμειναν για ώρα σιωπηλοί.

Η γάτα όταν πεινάει νιαουρίζει. Αλλά στέκεται εκεί, υπομονετικά, και περιμένει το φαγητό της. Υποκριτικά αδιάφορη. Σαν να μην ζητάει τίποτα. Ενώ στην πραγματικότητα τα θέλει όλα. Η περιέργια σκοτώνει τη γάτα, ήταν η σκέψη που έφερε ένοχα στο νού του. Αλλά η γάτα είναι όπως λένε και επτάψυχη. Ακόμα κι αν έχανε μια ζωή, δικαιολογήθηκε, θα είχε ακόμα άλλες έξι...