Saturday, August 29, 2009

Notes from the Underground

Την ώρα που γράφω αυτές τις γραμμές, το φώς της Ελλάδας και η θέρμη της Μεσογείου υπάρχουν ακόμα εντονα μέσα μου και η σκέψη μου δεν είναι καθαρή. Αφησα πίσω μου και πάλι πρόσωπα αγαπημένα και πήρα το ταξίδι της επιστροφής. Είναι μια διαδικασία εξαιρετικά επώδυνη και συναισθηματική. Το πρωί, ο ήλιος έκαιγε έξω απο το παράθυρό μου. Το βράδυ, η βροχή χτυπούσε το άλλο μου παράθυρο με μανία. Το πρωί είχα καλοκαίρι. Το απόγευμα φθινόπωρο.

Δεν είδα όσους ήθελα να δώ, μα είδα πολλούς ανθρώπους που άγγιξαν και αγγίζουν τη ζωή μου. Δεν μίλησα σε όσους θα ήθελα, αλλα μίλησα σε πολλους. Και κουβαλώ σαν απόθεμα πολύτιμο, ιστορίες και σκέψεις για τις κρύες μέρες του χειμώνα. Σαν η βροχή και η υγρασία της θετής πατρίδας άγγιξε το δέρμα μου, καθώς το φώς λιγόστεψε και η ατμόσφαιρα έγινε ξαφνικά μουντή, καθώς η επαφή μου με την πατρίδα γίνεται πλέον αποκλειστικά τηλεφωνική και ιντερνετική και οι δυναμικές της ζωής μου ξαφνικά αλλάζουν, νοιώθω μια θλίψη απέραντη και σκοτεινή.

Το τρομερό αντίτιμο της απουσίας εχει πολλές και τρομακτικές διαστάσεις. Τα πρώτα χρόνια όλα ήταν εύκολα και διασκεδαστικά. Ολοι ήταν εκεί, να περιμένουν. Και όλοι ήταν υγιείς. Με τα χρόνια, η φθορά άρχισε να φαίνεται αισθητή. Μερικοί αγαπημένοι άνθρωποι δεν υπάρχουν πιά. Αλλοι, άλλαξαν τόσο πολύ που έγιναν αγνώριστοι. Πολλοί χάθηκαν για πάντα σε καινούργιες ζωές ή ύψωσαν γύρω τους τοίχους ψηλούς και απροσπέλαστους. Κάποιοι ήταν και είναι αληθινά ευτυχισμένοι. Αλλοι, βούλιαξαν στο τέλμα θλιβερών επιλογών.

Είναι στιγμές που το ποτήρι δεν μισογεμίζει όσο κι αν το θές, και άλλες που δεν αδειάζει με τίποτα. Είναι στιγμές που πρέπει να κοιτάξεις μέσα σου βαθιά για να δείς καθαρά, και στιγμές που πρέπει να μαντέψεις παρά να παρατηρήσεις. Είναι στιγμές που η μακρόχρονη απουσία είναι ευλογία και τύχη, και άλλες που γίνεται κατάρα και τροχοπέδη. Είναι στιγμές που κανείς δεν πρέπει να λείπει ποτέ, και στιγμές που πρέπει να λείπεις οπωσδήποτε. Και τελικά, υπάρχουν σκέψεις που μπορείς να τις κάνεις μόνον απο μακρυά, και άλλες που πρέπει να είσαι απαραίτητα παρόν.

Θάθελα πολύ να ευχαριστήσω όλους τους φίλους απο την Ελλάδα, εκείνους που μίλησα, και εκείνους που δεν πρόλαβα να δώ. Και εκείνους που έμαθα πως πάντα με επισκέπτονται και με διαβάζουν (που δεν ήξερα), ή που έχουν μαντέψει την ταυτότητά μου. Και εκείνους που με περίμεναν. Είμαι ιδιαίτερα ευτυχής που μια κάποια παρέα ανθρώπων που εκτιμώ με τιμά με το διάλογό τους. Κλείνουν σύντομα δύο χρόνια ενασχόλησης με το blogging, ενα χόμπυ τυχαίο, μα και συνάμα χρήσιμο και θεραπευτικό. Θα συνεχίσω, σκέπτομαι, με ό,τι μου κατεβαίνει στο μυαλό, άλλοτε όμορφο, και άλλοτε υπέρογκα θλιβερό...

Φίλοι μου καλό Φθινόπωρο.

Monday, August 24, 2009

Ξανά όπως παλιά...

Κανένας πόνος σαν τον προσωπικό. Αυτόν που σε χτυπάει κατάμουτρα και είναι ολοδικός σου. Που σου ανήκει και σε καίει ατομικά, που σε πονάει βαθιά στα σπλάχνα της καρδιάς σου. Και που οι άλλοι τον βλέπουν τηλεοπτικά.

Μαζί μας αυτό το καλοκαίρι, η Stepanie (Στεφανία) απο το San Diego. Εγινε φίλη με την κόρη μου απο τις πρώτες μέρες, έπαιξαν μαζί, μεγάλωσαν ένα νεογέννητο γατάκι. Η νεαρή Στεφανία ήρθε με την οικόγένειά της στην Ελλάδα πρίν μερικά χρόνια. Ο πατέρας της είχε νοσταλγήσει την πατρίδα. Μια πρόσχαρη κοπελίτσα με χαριτωμένα αγγλικά, έγινε για την κόρη μου ένα σημείο αναφοράς. Ιδια ηλικία, ίδια τάξη.

Και καθώς οι μέρες πλησιάσαν να φύγουμε, καθώς δεν θάθελα να φύγω απο την πατρίδα με μια κακή είκόνα στο μυαλό, έρχεται ο εφιάλτης της πυρκαγιάς να μας αναστατώσει. Με ενοχλούν τα καμένα δάση της Ελλάδας, με ενοχλούν τα αυτοκινητιστικά ατυχήματα, με ενοχλούν και άλλα πολλά. Αλλά τούτη τη φορά, προστέθηκε στη σκέψη μας και η Stepanie, καθώς η ίδια πληροφόρησε την κόρη μου πως το σπίτι της, στη Δροσιά Αττικής, μπορεί και να καιγόταν.

Και με ξύπνησε η μικρή νωρίς σήμερα, να με ρωτήσει αν το σπίτι της Στεφανίας καήκε. Οχι, είπα εγώ, αμήχανα. Αλλά αυτή επέμενε. Και ξεκινήσαμε να πάμε να τη βρούμε. Και έκατσε η κόρη μου, μικρή και άμαθη ακόμα απο κόσμο (και απο Ελλάδα), να συζητήσει με τη μικρή της φίλη για το άν κάηκε το σπίτι της. Αν καιγόταν το σπίτι της, ήθελε να την φιλοξενήσει με το γατάκι της.

Το σπίτι της Στεφανίας δεν κάηκε, το νεογέννητο γατάκι θα μείνει τελικά στο επαρχιακό σπίτι της γιαγιά της, η κόρη μου χάρηκε που όλα ήταν καλά στη ζωή της φίλης της, η πατρίδα καταρρακώθηκε και πάλι απο κάποιους ανόητους εμπρηστές, και τα ταξίδι της επιστροφής έρχεται σε λίγες μέρες. Οπως και το 2007 που πηγαίνοντας προς την Αθήνα βλέπαμε τις πυρκαγιές της Αχαίας καθ' οδόν. Ξανά, όπως παλιά...

Καλή αντάμωση απο άλλη βάση:)

Thursday, August 20, 2009

Η λαοθάλασσα της επαρχίας

Αναπαυμένος σε μπαμπού καναπεδάκια με βελούδινα γεμιστά μαξιλαράκια, απολαμβάνω τον καφέ μου στo Downtown. Καφές cappucino με κανέλλα. Είναι ενα απο τα 20 συνεχόμενα μπαράκια του πεζόδρομου. Τα υπόλοιπα 30(!!) θα ανοιξουν, πληροφορούμαι, τον Σεπτέμβριο. Εχω την εντύπωση πως βρίσκεται εδώ όλη σχεδόν η πόλη! Μάρτυρας σε μια υπερπαραγωγή καφέ, greek lifestyle και αραλικιού, η καφενόβια τελετο-αργία επαναλαμβάνεται καθημερινά απο τις 10 μέχρι περίπου τις 1 μετά το μεσημέρι.

Η γκαρσόνα μου προσφέρει τον Τύπο της ημέρας. Εspresso και αθλητικές. Μαθαίνω έτσι τα νέα της ημέρας, ποιός πήδηξε ποιόν, σε ποιό κόττερο βρέθηκε ο Λάκης, τι θα φορεθεί φέτος, πού πήγε διακοπές η Πετρούλα, τι μεταγραφές έκανε η Παναθηναϊκάρα. Στον αντικρυνό τοίχο, σε μια γιγαντο-οθόνη, ενας δημοσιογράφος μεταδίδει τα νέα απο τη Μύκονο. Στριμωγμένος ανάμεσα σε μαυρισμένα ελληνικά, γαλλικά και γερμανικά μπούτια, αγωνίζεται ο φουκαράς να δώσει έμφαση στο αποψινό beach party και καυτό μπλουζάκι show. "Γαμάτο μπάρ", ακούω δίπλα μου έναν νεαρό.

Μ' αρέσει. Διόμιση ώρες καφέ ειναι σοβαρή υπόθεση. Και τα γκομενάνια πολύ όμορφα, απίθανα σεξουαλικά μπλουζάκια, νύχια σε ποικιλόχρωμους συνδυασμούς, μαυρισμένα κορμιά σε γκλαμουράτες έμφανίσεις και μοδάτα design. Κάθε μέρα Downtown. Κάθε μέρα αργία. Η ώρα του καφέ.

Ρωτάω τα παιδιά της παρέας, με τί ασχολούνται όλοι αυτοί οι άνθρωποι. Ποιά είναι αυτή η καφενιακή λαοθάλασσα, μεγαλύτερη των διαδηλώσεων και των γηπεδικών συνάξεων, η ατέλειωτη αυτή στρατιά των νέων που κάθε μέρα, κάθε πρωί (πιθανώς και βράδυ), κατακλύζουν τα 50 αυτά μπαράκια, σε μια φωτογραφική υπερσυγκέντωση τόσο μεγάλη, τόσο πολυπληθή και αξιοσημείωτη, η παρατήρηση της οποίας εχει και κοινωνιολογικό ενδιαφέρον. Ποιοί έιναι αυτοί οι άνθρωποι; Είναι άνεργοι, πληροφορούμαι. Παιδιά της επαρχίας, μαθητές, φοιτητές, απόφοιτοι, καθοδόν προς το αβέβαιο εργασιακό τους μέλλον. Σε μια χώρα που όλα υπολειτουργούν, το κράτος απουσιάζει και η εκμετάλευση περισσεύει. Σε μια χώρα που τρώει τα παιδιά της.

Στην ταράτσα του Downtown, μια ομάδα εργατών βάζει μια καινούργια κεραμοσκεπή. Τα ηλιοκαμμένα κορμιά δουλεύουν με πείσμα μέσα στον ήλιο, διαγράφονται οι καλογυμνασμένοι μύς, ο ίδρώτας της δουλειάς. Είναι Αλβανοί, πληροφορούμαι. Αυτοί φτιάχνουν όλες τις σκεπές της πόλης, αυτοί κάνουν και τα καθαρίσματα, τα τσιμεντόματα, τα υδραυλικά. Αυτοί γενικώς τα κάνουν όλα. Τους βρίσκεις όποτε θέλεις, περιέργως δεν λένε ποτέ όχι, και σαν εργατικές μυρμηγκιές με στρατιωτική δομή, συννενοούνται μεταξύ τους και κλείνουν όλα τα deals. Κεραμοσκεπές, μπάνια, πέτρινοι τοίχοι, ηλεκτροδουλειές, τσιμενταρίσματα. Καί τώρα τελευταία, έχουν και απαιτήσεις. Σταμάτησαν τα παραδοσιακά ωρομίσθια (3- 5 ευρώ την ώρα), και παίρνουν τις δουλειές εργολαβικά. Και ακριβά.

Δεν περιμένω απο τη Μεσογειακή Ελλάδα Προτεσταντικό εργασιακό ήθος, αλλά ενδόμυχα αρνούμαι να παραδεχτώ πως και τα κοινωνιολογικά μου αντανακλαστικά είναι νεκρά. Η εικόνα που απλώνεται μπροστά μου, μου είναι οικεία απο παιδί. Συζητήσεις και παρατηρήσεις έχω κάνει άφθονες στην επαρχία, συχνός ταξιδιώτης της πατρίδας ήμουνα πάντα, και άνεργους έχω δεί πολλούς ανα τον κόσμο. Αλλά τούτο το υπερπλήθος του καφέ, δεν έχει χαρακτηριστικά ανέργων, ούτε και φαίνεται να ανησυχεί πολύ για το εργασιακό του μέλλον. Τα χαρακτηριστικά της ανεργίας περιέχουν αγωνία, όχι καθημερινό ξάπλωμα σε τιγρέ καναπεδάκια και δίωρους καφέδες. Η επαρχιακή αυτή καφενομανία, είναι εμπεδωμένη συμπεριφορά αδιαφορίας προς οτιδήποτε συνιστά στάση ζωής απέναντι στο θέμα της εργασίας.

Οι "άνεργοι" είναι στην ουσία άεργοι, βολεμένοι νέοι της επαρχίας σε μια κοινωνιολογική τελετουργία που θυμάμαι απο παιδί. Την τελετουργία της χρόνιας αναμονής, μιας συγκεκριμένης αντίληψης του κόσμου (βαθιά εμπεδωμένη στην επαρχία), που δεν θέλει τα παιδιά να δουλεύουν σε τίποτε "βρώμικο" και κοινωνικά επιλήψιμο, να μην μετακομίζει απο το σπίτι, να μην φεύγει απο την γενέθλια πόλη. Η πατρική κατοικία ορίζει τα όρια της φιλοδοξίας των παιδιών και χρηματοδοτεί τους καφε-μαραθώνιους (για χρόνια ολόκληρα), μέχρι να παρουσιαστεί κάποτε η καλή, συνήθως κρατική ευκαιρία ή διορισμός. Τότε, και μόνον τότε, τα παιδιά θα ενταχθούν ευπρεπώς στην τοπική κοινωνία.

Με τους Αλβανούς στην ταράτσα να δουλεύουν και τους "άνεργους" στην βάση να απολαμβάνουν λούγκο και φρέντο, το θέαμα είναι και ελαφρώς κωμικό. "Ελα μωρό μου, έλα κορμί μου", φωνάζει στη γιγαντοοθόνη ο Μυκονάκιας. Και το "κορμί" ανταπρίνεται με λάγνες μπαρόβιες υπνωτικές κινήσεις προκαλώντας τα ουρλιαχτά και τον θαυμασμό των τοπικών θαμώνων. Καθώς ετοιμάζομαι να φύγω (οι δύο ώρες πέρασαν), συλλέγω και τον τελευταίο διάλογο ενός "άνεργου" που "τον τρώει η Ελλάδα" "Ασε μαλάκα, έπαθα πλάκα, η γκόμενα οδηγάει το Μazda το τριάρι."

Thursday, August 13, 2009

Το νέο μας Μουσείο

Για το νέο Μουσείο της Ακρόπολης δεν είμαι ο πλέον ενδεδειγμένος να μιλήσω, πληροφορίες υπάρχουν παντού, όπως και όμορφα και λεπτομερή πληροφοριακά πόστ όπως τούτο του Αθεόφοβου, ο οποίος παραθέτει πολλές και χρήσιμες πληροφορίες.

Θα πώ μονάχα δυό λόγια, αντιπροσωπευτικά ίσως του κάθε ομογενή που ξαφνικά επισκέπτεται την πατρίδα του και επισκέπτεται αυτό το υπέροχο κτίσμα. Και νοιώθει ξαφνικά μια απέραντη χαρά, μια υπερηφάνεια, που επιτέλους κάποια μεγάλα και σημαντικά έργα γίνονται και στον τόπο μας.

Ελληνικές Αρχαιότητες έχω δεί σε πολλά σημεία του κόσμου, απο το υπέροχο και αγαπημένο μου Μετροπολιτικό Μουσείο Τέχνης της Νέας Υόρκης (με τα 3 εκατομμύρια αντικείμενα στις αποθήκες του), μέχρι το Βρετανικό Μουσείο (που "φιλοξενεί" τα Ελγίνεια Μάρμαρα) και τον Λούβρο. Οι μεγαλύτερες συλλογές Ελληνικής Τέχνης βρίσκονται άλλωστε απο πολλά χρόνια στα μουσεία του εξωτερικού.

Και κάθε φορά που γίνεται κάτι το Ελληνικό, χαλάει ο κόσμος σε ζήτηση, συμμετοχή και εισιτήρια. Απο τους "Θησαυρούς του Βυζαντίου" που άφησαν εποχή στην Νέα Υόρκη, μέχρι τα "Κυκλαδικά" θεματικά εκθέματα του Μουσείου Τέχνης της Βοστώνης, ένα επίσης λαμπρό μουσείο. Καθώς οι Ελληνικές και Αιγυπτιακές συλλογές είναι οι πολιτιμότερες στον κόσμο, κανένα Μουσείο δεν θα ήταν τρελλό να επιστρέψει πίσω τις Ελληνικές Συλλογές του (που είναι μόνιμες). Κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε με αυτοκτονία.

Αλλά σήμερα, επιτέλους, μπαίνουμε και εμείς θαρρώ, στο μεγάλο πολιτιστικό παζάρι της κουλτούρας, με το μεγαλύτερο και πολιτιμότερο στοιχείο που έχουμε, και που δεν αμφισβητείται πουθενά- την Πολιτιστική μας Ιστορία. Και προσωπικά, είμαι γι αυτό πολύ ευτυχισμένος.

Ξεκίνησα με τον 13χρονο γιό μου πρωί απο την επαρχία για να επισκεφτώ το Μουσείο. Εγώ ανέλαβα τις επεξηγήσεις. Εκείνος την φωτογράφηση. Και μαζί, την συζήτηση. Ηδη απο το σχολείο, ο πιτσιρικάς είχε τις πρώτες του γνώσεις για την Κλασσική Έλλάδα, και εγώ ανέλαβα να του προσωποποιήσω όσες ακόμα περισσότερες μπορούσα. Στο υπέρλαμπρο Μουσείο φτάσαμε στις 10 το πρωί, και αφιέρώσαμε κάμποσες ώρες. Υπέροχοι οι φωτισμοί, εξαιρετικές οι επεξηγήσεις, οι τοποθετήσεις, η καθαριότητα, η εξυπηρέτηση. Εξαιρετική και η αισθητική του χώρου, το κτίσμα, που κατα την ταπεινή μου γνώμη σέβεται τα ευρήματα που φιλοξενεί, τα προστατεύει σωστά, και συνδυάζει με επιτυχία την αρχαία αισθητική με το ατυχώς άναρχο σύγχρονο αστικό Αθηναικό τοπίο. Kάπως υπέμετρη, νομίζω, η παλιά διαμάχη για το γκρέμισμα δύο νεοκλασσικών σπιτιών επι της Αεροπαγίτου. Θα μπορούσαν βέβαια να απουσιάζουν, αλλά δεν εμποδίζουν τη γενική θέα της Ακρόπολης.

Η μέρα μας συνεχίστηκε με μια περιήγηση στην Ακρόπολη. Πρώτη φορά για τον γιό μου. Συζητήσαμε εκεί πολλά, είχαμε μαζί μας και ένα υπέροχα εικονογραφημένο βιβλίο της Ακρόπολης όπως ήταν στην Αρχαιότητα. Τίποτα πιό πολύτιμο φίλοι μου απο την προσωπική εμπειρία. Στο τέλος της ημέρας, περπατήσαμε και τον πεζόδρομο που ενώνει τους αρχαιολογικούς χώρους. Μια υπέροχη αρχαιολογική ένωση, μια πανέμορφη βόλτα. Κάπου στου Ψυρρή, ήπιαμε καφέ και αναψυκτικά.

Ηταν καλή η εμπειρία; Νομίζω πως έφερα στην Ελλάδα εναν καινούργιο "πελάτη"- τον γιό μου. Ο οποίος βιώνει την Ελλάδα σιγά σιγά απο την λαϊκή της βάση. Οπως μπορώ να του την εκθέσω, με τη γλώσσα της, τον ήλιο της, το φώς της, τις φωνές και τα παιχνίδια του δρόμου, τις λιχουδιές της, το μπλέ της θάλασσας, και απο σήμερα, ελπίζω, και με τον Πολιτισμό της.

Εν καιρώ θα ακολουθήσουν και τα νεότερα σε ηλικία δίδυμα λοκοπουλάκια. Τα οποία έχουν παρομοίως υποβληθεί στα ειδικά προγράμματα επισκέψεων και επιμόρφωσης που τους έχω στρατηγικά επιλέξει. Και ενώ εγώ μάλλον δεν θα γίνω ποτέ πλούσιος σπονσοράροντας πολλαπλά ταξίδια και διάφορα "πολιτιστικά", η Λοκοπούλια Τριανδρία των απογόνων θα βρεί μια μέρα κάτι που αξιζει, πάλι ελπίζω, απο τον ιδιόρυθμο και εκκεντρικό έλληνα πατέρα τους που βάλθηκε κάποτε με μανία να δημιουργήσει στα τζοβένια του Ελληνιστική και Ευρωπαϊκή συνείδηση...